Η παρακμή των εξετάσεων απόκτησης αναγνωρισμένου πιστοποιητικού πληροφορικής

Κοντολογίς: Όσοι θέλουν να αποκτήσουν αναγνωρισμένο πιστοποιητικό πληροφορικής εξετάζονται σε ύλη και με τρόπο που καθορίστηκαν πριν από 18 χρόνια.

Τον Δεκέμβριο του 2005 εκδόθηκε η Κοινή Υπουργική Απόφαση η οποία όριζε μεταξύ άλλων την ύλη στην οποία εξετάζονται οι υποψήφιοι και τον τρόπο εξέτασης, ανέθεσε την επίβλεψη στον αρμόδιο Οργανισμό του Υπουργείου, έθεσε αυστηρά κριτήρια, όρισε προδιαγραφές στους Φορείς Πιστοποίησης, οργάνωσε τα συστήματα εξετάσεων, ρύθμισε και πρόβλεψε διάφορες λεπτομέρειες.

Έως τότε οι φορείς πιστοποίησης που υπήρχαν διοργάνωναν εξετάσεις απόκτησης πιστοποιητικών που δεν αποτελούσαν προσόν διορισμού, ούτε και γίνονταν αποδεκτά από το Α.Σ.Ε.Π.

Κάπως έτσι ξεκίνησε το 2005 -στις καλές εποχές της Ελληνικής Οικονομίας, όταν η καριέρα στο Ελληνικό Δημόσιο αποτελούσε στόχο ζωής και κριτήριο επιλογής σπουδών- η προσπάθεια του Ελληνικού Δημοσίου να οριοθετήσει και να προτυποποιήσει τις εξετάσεις πληροφορικής για την απόκτηση Πιστοποιητικού πληροφορικής ή γνώσης χειρισμού Η/Υ.

Η αρχική σκέψη της θέσπισης εξεταστέας ύλης, κριτηρίων αποδοχής πιστοποιητικών και αναγνώρισής τους ως προσόν διορισμού μόνο κακή δεν είναι. Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα, στον δυτικό κόσμο τουλάχιστον, που έκανε κάτι τέτοιο.
Κι ενώ όλα έδειχναν ότι θα δούλευαν σαν ελβετικό ρολόι, άρχισαν να εγείρονται διάφορα θέματα, όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι η εξεταστέα ύλη δεν ανανεώθηκε ποτέ, παρά το γεγονός ότι κατά τα 18 αυτά χρόνια που έχουν περάσει, έχουν μπει στη ζωή μας νέες τεχνολογίες – αρκετές μάλιστα έχουν κάνει τον κύκλο τους κι έχουν ήδη απαρχαιωθεί – χωρίς να θεωρούνται βασικές δεξιότητες πληροφορικής.
Τρανταχτές ελλείψεις αποτελούν η απομακρυσμένη εργασία/εκπαίδευση, οι δυνατότητες που υπάρχουν για συνεργασία μέσω διαδικτύου, όπως και οι διάφορες υπηρεσίες υπολογιστικής νέφους (cloud computing).

Αντίθετα, η εξεταστέα ύλη εστιάζει σε αντικείμενα όπως «β4. Εμφάνιση, απόκρυψη εικόνων μιας ιστοσελίδας», πρακτική που στόχευε σε ταχύτερη φόρτωση των ιστοσελίδων, όπως μπορεί να θυμούνται αμυδρά κάποιοι. Ακόμη όμως και το 2005 οι ταχύτητες σύνδεσης στο διαδικτύου δεν ήταν τόσο αργές, ώστε να δικαιολογούν αυτή την ήδη ξεπερασμένη πρακτική.

Σήμερα, το 2023, με δικτυακούς τόπους οι οποίοι είναι γεμάτοι με βίντεο υψηλής ανάλυσης και όχι απλές εικόνες το συγκεκριμένο αντικείμενο εξέτασης απλώς επιβεβαιώνει την πλήρη αδιαφορία του Υπουργείου.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο καθορισμός του τρόπου εξέτασης: Ένα από τα πρωτοποριακά χαρακτηριστικά της Κ.Υ.Α. ήταν η εξέταση των δεξιοτήτων στην πραγματική εφαρμογή και όχι σε κάποιο περιβάλλον προσομοίωσης ή με ερωτήσεις κλειστού τύπου.
Ορθά δηλαδή αξιολογείται από το εξεταστικό σύστημα το αποτέλεσμα των ενεργειών του υποψηφίου και όχι ο τρόπος που επέλεξε για να απαντήσει.

Εάν αυτό σας ακούγεται περίεργο, έχετε υπόψη ότι τα εξεταστικά συστήματα που έχουν αναπτυχθεί σε περιβάλλον προσομοίωσης εξετάζουν τα επιμέρους βήματα και όχι το τελικό αποτέλεσμα, κάτι που δημιουργεί πρόβλημα ιδίως όταν χρησιμοποιούμε συντομεύσεις πληκτρολογίου.

Ο τρόπος εξέτασης δεν έχει ανανεωθεί και αυτός εδώ και 18 χρόνια. Ποιο είναι το αποτέλεσμα; Αντί να υιοθετηθεί μία ολιστική προσέγγιση στην εξέταση των δεξιοτήτων π.χ. να εξεταστεί εάν ένας υποψήφιος είναι σε θέση να δημιουργήσει ένα ολοκληρωμένο έγγραφο, αν αναφερόμαστε στην εξέταση της ενότητας «Επεξεργασία Κειμένου», ο τρόπος εξέτασης απλά επιτάσσει την απομνημόνευση συγκεκριμένων εντολών.

Στην πράξη, ο αρμόδιος Οργανισμός του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων έχει αυτοπεριορίσει τον ρόλο του σε απλό παρατηρητή, απρόθυμο και ανίκανο να πάρει οποιαδήποτε απόφαση.

Το θέμα είναι πολύ πιο πολύπλοκο απ’ ότι φαίνεται με μια πρώτη ανάγνωση. Σε επόμενο τεύχος θα μιλήσουμε για τον ΕΟΠΠΕΠ, για τους Φορείς Πιστοποίησης και για τα Κέντρα Δια Βίου Μάθησης.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ