Ασφαλιστικό – Συνταξιοδοτικό. Μια δύσκολη εξίσωση

Η εξυγίανση ενός βαθιά προβληματικού συνταξιοδοτικού συστήματος δεν μπορεί να θεωρηθεί εύκολη υπόθεση, ούτε μπορεί να γίνει χωρίς θυσίες. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ένα σύστημα όπως το Ελληνικό, το οποίο αφέθηκε να φθάσει σε σημείο προχωρημένης σήψης, προτού τεθεί το θέμα της εξυγίανσής του.

Το μέγεθος του προβλήματος φανερώνεται με αμείλικτο τρόπο από το ύψος της σημερινής αξίας των μελλοντικών αναγκών για επιχορηγήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά και από τις μαζικές και απανωτές περικοπές παροχών που συμβαίνουν κατά τα τελευταία χρόνια κάτω από την πίεση των διάφορων μνημονίων.

Το ύψος του μακροχρόνιου αναλογιστικού ελλείμματος των Ελληνικών συντάξεων φαίνεται να υπερβαίνει το 300% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ). Σε απλά ελληνικά, για να πληρώνουμε πάντα τις συντάξεις που έχουμε σήμερα θα έπρεπε να είχαμε τριπλάσιο εθνικό προϊόν! Δεν υπάρχει καμία χώρα στον κόσμο της οποίας το συνταξιοδοτικό σύστημα να «κουβαλάει» τέτοιου ύψους υποχρεώσεις.

Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΛΑΪΚΙΣΜΟΥ

Αυτή η χώρα έχει και σοβαρούς ανθρώπους. Το 1997 ο καθηγητής Γιάννης Σπράος κοινοποίησε την έκθεσή του για το επερχόμενο ναυάγιο του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Όλοι τότε έπεσαν να τον «φάνε». Τον χαρακτήρισαν στυγνό τεχνοκράτη και ανάλγητο. Λίγα χρόνια αργότερα, το 2001 ο τότε υπουργός Εργασίας Τάσος Γιαννίτσης επιχείρησε ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Πάλι ξεσηκώθηκαν οι πάντες με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί η προσπάθεια. Ο λαϊκισμός θριάμβευσε καταλήγοντας στην απίστευτη διατύπωση των τριών «χωρίς» που υιοθέτησαν όλα τα κόμματα και οι δημοσιογράφοι εν χορώ: Θα μεταρρυθμίσουμε το ασφαλιστικό: α) χωρίς να μειωθούν οι συντάξεις β) χωρίς να αυξηθούν τα όρια ηλικίας γ) χωρίς να αυξηθούν οι ασφαλιστικές εισφορές. Μα αυτά τα τρία είναι που καθορίζουν την πορεία του ασφαλιστικού! Πώς γίνεται να αλλάξεις κάτι που εξαρτάται από τρεις παραμέτρους χωρίς να αλλάξεις καμία από αυτές; Αυτή η «ηθική» της απόλυτης πολιτικής εξαπάτησης και της λαϊκής εθελοτυφλίας κυριάρχησε και στα χρόνια της «νέας διακυβέρνησης» Καραμανλή όταν οι κοινωνικά… ευαίσθητοι άφησαν τα ασφαλιστικά ταμεία στην τύχη τους – όσον αφορά στις εισφορές. Διότι για τα αποθεματικά… ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα και προσπάθησαν να τα κατακλέψουν με το περίφημο σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων.

Το ασφαλιστικό είναι, σε τελική ανάλυση, ύψιστο ζήτημα ατομικής ελευθερίας και προστασίας του δικαιώματος στην ιδιοκτησία. Είναι ή δεν είναι οι ασφαλιστικές εισφορές ιδιοκτησία του κάθε εργαζόμενου; Πρέπει ή δεν πρέπει να έχει ο εργαζόμενος ελευθερία επιλογής του ασφαλιστικού του φορέα; Για την πλειοψηφία του ελληνικού πολιτικού κόσμου η απάντηση είναι όχι. Φαίνεται ότι το πολιτικό σύστημα θέλει να διατηρεί το δικαίωμα να βάζει χέρι στην περιουσία των πολιτών και να χρησιμοποιούν τα προϊόντα της κλοπής (διότι περί κλοπής πρόκειται) για την εξαγορά ψήφων.

Στο αναδιανεμητικό σύστημα που σήμερα εφαρμόζεται οι νέοι πληρώνουν τις συντάξεις των παλαιότερων γενεών. Όλα τα κράτη από αυτό ξεκίνησαν. Το 1861, όταν η τότε ελληνική κυβέρνηση προχώρησε στη δημιουργία του πρώτου ταμείου συντάξεων των δημοσίων υπάλληλων, υπήρχαν ηλικιωμένοι δικαιούχοι που δεν είχαν πληρώσει ασφαλιστικές εισφορές, άρα οι εργαζόμενοι με τις εισφορές τους κάλυπταν τις συντάξεις τους, περιμένοντας κι αυτοί να καλυφθούν από τις επόμενες γενιές. Όμως όλα τα κράτη με το πέρασμα του χρόνου υιοθετούν ένα μεικτό σύστημα για να καταλήξουν στο κεφαλαιοποιητικό – ανταποδοτικό το οποίο λειτουργεί σαν προσωπικός κουμπαράς για κάθε εργαζόμενο.

Όλα, εκτός από την Ελλάδα.
Το αναδιανεμητικό λοιπόν εκτός από προφανώς άδικο έχει και πολλά προβλήματα εφαρμογής:

Α) Οι φτωχότεροι πριμοδοτούν τους πλουσιότερους
Οι φτωχότεροι μπαίνουν, ως επί το πλείστον, νωρίτερα στην αγορά εργασίας (κατευθείαν μετά το σχολείο) και αρχίζουν να καταβάλουν από τα 18 τους ασφαλιστικές εισφορές.

Έτσι, ουσιαστικά με το ισχύον σύστημα, οι φτωχότεροι επιδοτούν τους πλουσιότερους, βάζοντας λεφτά στο σύστημα τα οποία δεν επιστρέφονται στους ίδιους αλλά στους πλουσιότερους που συχνά αρχίζουν να καταβάλουν εισφορές μετά τα 25-30 τους.

Β) Είναι ευάλωτο σε ομάδες συμφερόντων
Διάφορες ομάδες που έχουν ισχύ και πρόσβαση στον πολιτικό κόσμο μπορούν μετά από πίεση να εξασφαλίζουν ειδική μεταχείριση και να παίρνουν μεγαλύτερα κομμάτια από το κοινό ταμείο της δήθεν “κοινωνικής” ασφάλισης. Χαρακτηριστικό της κατάφωρης αδικίας και ανισότητας οι διαφορετικές προϋποθέσεις και τα διαφορετικά όρια συνταξιοδότησης που οι συντεχνίες επιτυγχάνουν για τα μέλη τους με πιο εξοργιστικά τα 4 χρόνια (σε δύο θητείες) για τους βουλευτές.

Γ) Είναι ανυπεράσπιστο στις ορέξεις των πολιτικών
Καθώς δεν υπάρχει ουσιαστικά δικαιούχος της περιουσίας των ταμείων, ένας πολιτικός με απλή απόφαση μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτά τα ποσά για οτιδήποτε; να δώσει συντάξεις σε πολιτικούς του πελάτες, να «παίξει» με τοξικά ομόλογα, να διορίσει στα Ταμεία υπεράριθμο προσωπικό, να δανεισθεί από τα ταμεία άτοκα, να «επενδύσει» τα αποθεματικά σε λάθος επιλογές ή απλώς να τα κλέψει. ΟΛΑ αυτά έχουν συμβεί στην «ασφαλιστική μας ιστορία».

Δ) Δεν εξασφαλίζει αειφορία
Για να υπάρχει κάλυψη διαχρονικά χρειάζονται 4 εργαζόμενοι για να συντηρούν έναν συνταξιούχο. Πριν την κρίση η αναλογία για την Ελλάδα ήταν 2,7 εργαζόμενοι για κάθε συνταξιούχο και σήμερα πλέον 1,2 συνταξιούχοι για κάθε εργαζόμενο! Δεν χρειάζεται να είσαι μαθηματικός ή οικονομολόγος για να καταλάβεις ότι αυτή η εξίσωση δεν βγαίνει μεσομακροπρόθεσμα.

Το μέγεθος του προβλήματος απαιτεί άμεση δράση, παραμερισμό των πολιτικών σκοπιμοτήτων, αμέριστη συνεργασία όλων των μερών, λήψη των ριζικότερων δυνατών μέτρων, φαντασία και τόλμη.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Το “κεφαλαιοποιητικό” ασφαλιστικό σύστημα, προβλέπει το εξής πολύ απλό:

Ο κάθε εργαζόμενος έχει έναν ατομικό συνταξιοδοτικό λογαριασμό. Κάτι σαν τον λογαριασμό που έχουμε στην τράπεζα ή σε μια εταιρεία αμοιβαίων κεφαλαίων. Μόνο που τους λογαριασμούς αυτούς διαχειρίζονται ειδικές εταιρείες που έχουν συσταθεί για αυτό το σκοπό και οι οποίες βρίσκονται υπό κοινωνικό έλεγχο και υπό τον έλεγχο του κράτους ως προς τη διαχείρισή τους. Κάτι σαν τις τράπεζες ή τις εταιρείες αμοιβαίων κεφαλαίων δηλαδή. Στον λογαριασμό αυτόν που είναι ατομική ιδιοκτησία του κάθε εργαζομένου μπαίνουν κάθε μήνα οι ασφαλιστικές του εισφορές. Δεν καταλήγουν δηλαδή σε ένα “κοινό και αδιαφανές καλάθι” αλλά ο κάθε εργαζόμενος μπορεί να ξέρει ανά πάσα στιγμή ποιο ποσό έχει συγκεντρώσει από τις ασφαλιστικές του εισφορές. Το ποσό αυτό φυσικά έχει μια ετήσια απόδοση καθότι επενδύεται σε ασφαλείς τοποθετήσεις, και έτσι σιγά-σιγά δημιουργείται ένα αξιοσέβαστο κεφάλαιο (εξ ου και ο όρος “κεφαλαιοποιητικό”). Το κεφάλαιο αυτό δεν μπορεί να το αγγίξει κανένας καθώς θεωρείται ατομική ιδιοκτησία του εργαζόμενου και όχι δημόσιος πόρος.

Πότε βγαίνει στη σύνταξη ο εργαζόμενος;

Σε αντίθεση με το αναδιανεμητικό σύστημα ο κάθε εργαζόμενος μπορεί να επιλέγει ο ίδιος τον χρόνο συνταξιοδότησής του και το ποσό της σύνταξής του, από μια κλίμακα επιλογών. Νωρίτερα στη σύνταξη; Μικρότερο ποσό. Αργότερα; Μεγαλύτερο ποσό.

Τι γίνεται με τους ασφαλισμένους εκείνους που δεν καταφέρνουν να συγκεντρώσουν ένα ελάχιστο κεφάλαιο, επαρκές για μια αξιοπρεπή διαβίωση, κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου;

Στην περίπτωση αυτή το κράτος χορηγεί με επιβάρυνση του προϋπολογισμού μια προκαθορισμένη ελάχιστη εθνική σύνταξη – και όποιο ανεπαρκές ποσό συγκέντρωσε ο συνταξιοδοτούμενος μεταφέρεται στο Δημόσιο Ταμείο.

Μπορεί το κεφαλαιοποιητικό σύστημα να εφαρμοστεί αμέσως;

Όχι. Διότι αν ένας ασφαλισμένος σήμερα ξεκινήσει να σχηματίζει αυτόν τον προσωπικό αποταμιευτικό λογαριασμό με όλες τις εισφορές του, θα πρέπει να σταματήσει εντελώς η καταβολή συντάξεων καθώς και αυτά τα χρήματα πηγαίνουν – όλα – στις συντάξεις άλλων.

Άρα χρειάζεται να δημιουργηθεί ένας λογαριασμός νοητός στον οποίον θα καταγράφονται οι εισφορές του ασφαλισμένου και θα τοκίζονται. Ο ασφαλισμένος θα συνταξιοδοτείται βάσει αυτού του λογαριασμού που θα αποτυπώνει 100% τις εισφορές του. Το ότι είναι νοητός (δεν έχει δηλαδή χρήματα) δεν έχει καμία σημασία διότι ούτως ή άλλως, δεν θα μπορούσε να γίνει ανάληψη απ΄αυτόν, παρά μόνο επένδυση.

Όσο οι πολίτες ενημερώνονται και αρχίζουν να αντιδρούν, τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες για μια γρήγορη (και άρα λιγότερο επώδυνη) αλλαγή του συστήματος και μετάβαση σ’ ένα κεφαλαιοποιητικό σύστημα όπου οι ασφαλιστικές εισφορές του εργαζόμενου θα ανήκουν σ’ αυτόν και μόνο.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ